Väänlema στα ελληνικά

Μετάφραση: väänlema, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπαρταρώ, σφαδάζω, κουλουριάζω, συστρέφομαι, συστροφής από πόνο
Väänlema στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elurõõmus στα ελληνικά - φαιδρός, φελώδης, τον Kόρκι
  • korrapäratu στα ελληνικά - ανώμαλος, ανώμαλο, ακανόνιστος, παράτυπων, ακανόνιστη, ακανόνιστο
  • läbitungimatus στα ελληνικά - στεγανότητα, αδιαπερατότητα, αδιαπερατότητας, στεγανότητας, μη διαπερατότητας
  • malts στα ελληνικά - βύνες, βυνών, malt ουίσκι, βυνη
Τυχαίες λέξεις
Väänlema στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπαρταρώ, σφαδάζω, κουλουριάζω, συστρέφομαι, συστροφής από πόνο