Värin στα ελληνικά
Μετάφραση: värin, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρεμούλιασμα, τρεμουλιάζω, συγκίνηση, τρέμω, τρόμος, τρόμο, τρόμου, τρέμουλο, tremor
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eesõigus στα ελληνικά - προτεραιότητα, προνόμιο, προνομίου, δικαίωμα, προνόμιο να, απόρρητο
- koole στα ελληνικά - διάβαση, κάμπτοντας, καμπύλωσης, καμπύλωση, κυρτωση, curving
- lüüs στα ελληνικά - κλειδαριά, υδατοφράκτης, αγωγού πτώσης, Αγωγοί πτώσης, ορθογώνια ανυψούμενη θύρα, ορθογώνιας ανυψούμενης θύρας
- nikerdamine στα ελληνικά - σκάλισμα, λάξευση, Carving, λαξεύσιμες, εργασίες γλυπτικής
Τυχαίες λέξεις
Värin στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρεμούλιασμα, τρεμουλιάζω, συγκίνηση, τρέμω, τρόμος, τρόμο, τρόμου, τρέμουλο, tremor
Μεταφράσεις: τρεμούλιασμα, τρεμουλιάζω, συγκίνηση, τρέμω, τρόμος, τρόμο, τρόμου, τρέμουλο, tremor