Áfall στα ελληνικά

Μετάφραση: áfall, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όλεθρος, συμφορά, σοκ, καταστροφή, κρούση, κραδασμός, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, shock
Áfall στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ábóti στα ελληνικά - ηγούμενος, Abbot, Ηγούμενο, ηγουμένου, Καθηγούμενος
  • ádráttur στα ελληνικά - βύθισμα, Πτώση, αναλήψεις, ανάληψη, ανάληψης, Μέγιστη Πτώση
  • áfangastaður στα ελληνικά - προορισμός, προορισμού, προορισμό, τον προορισμό
  • áfangi στα ελληνικά - σκηνοθετώ, διάβημα, φάση, σκηνή, βήμα, στάδιο, βηματίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Áfall στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όλεθρος, συμφορά, σοκ, καταστροφή, κρούση, κραδασμός, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, shock