Σοκ στα ισλανδικά

Μετάφραση: σοκ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
áfall, lost, áfallið, stuð, högg
Σοκ στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σοκ

σοκ η παπούλια πέθανε στον ύπνο της, σοκ αν το δείς στο στηθοσ της γυναικασ τρέχα, σοκ συνωνυμα, σοκ λιντερ, σοκ ξυλοκόπησε τη μητέρα του σε στούντιο εκπομπής, σοκ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σοκ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • σοβατζής στα ισλανδικά - plasterer
  • σοδειά στα ισλανδικά - uppskera, ræktun, klippa, uppskeru, Ræktunin
  • σοκάκι στα ισλανδικά - Backstreet
  • σοκολάτα στα ισλανδικά - súkkulaði, súkkulaðið
Τυχαίες λέξεις
Σοκ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: áfall, lost, áfallið, stuð, högg