Brú στα ελληνικά
Μετάφραση: brú, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεφυρώνω, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brölta στα ελληνικά - πέφτω, κατρακυλώ, ψωμάκι, κυλώ, κύλινδρος, Brolin, Μπρόλιν, ...
- brún στα ελληνικά - φρύδι, χείλος, περιστόμιο, άκρη, άκρο, ακμή, ακμής
- brúna στα ελληνικά - καφέ, καστανός, καστανό, καφετιά, καφετί, καστανά
Τυχαίες λέξεις
Brú στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεφυρώνω, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
Μεταφράσεις: γεφυρώνω, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας