Lok στα ελληνικά

Μετάφραση: lok, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελειώνω, σκέπασμα, καπάκι, καλύπτω, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη
Lok στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • loft στα ελληνικά - ατμόσφαιρα, αέρας, αέρα, του αέρα, αεροπορικών, αέρος
  • loftskip στα ελληνικά - αερόπλοια, αερόπλοιων, αερόστατο, τα αερόπλοια
  • loks στα ελληνικά - τελικά, Τέλος, επιτέλους
  • loksins στα ελληνικά - τελικά, Τέλος, επιτέλους
Τυχαίες λέξεις
Lok στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελειώνω, σκέπασμα, καπάκι, καλύπτω, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη