Σκέπασμα στα ισλανδικά

Μετάφραση: σκέπασμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hlemmur, hleri, lok, kápa, ná, þekja, lokið, lokinu
Σκέπασμα στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκέπασμα

σκέπασμα ηλιακού, σκέπασμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σκέπασμα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • σκάμμα στα ισλανδικά - hola, gröf, Pit, gryfjan, gryfju
  • σκάφος στα ισλανδικά - ílát, skip, Vessel, skipið, skipi, skipsins
  • σκέπτομαι στα ισλανδικά - hyggja, halda, álíta, hugleiða, íhuga, hugleiðslu, íhugar, ...
  • σκέρτσο στα ισλανδικά - Scherzo
Τυχαίες λέξεις
Σκέπασμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hlemmur, hleri, lok, kápa, ná, þekja, lokið, lokinu