Lymska στα ελληνικά
Μετάφραση: lymska, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καπάτσος, πονηρός, πανουργία
Μεταφράσεις
- lykta στα ελληνικά - μυρωδιά, μυρίζω, οσμή, οσμής, όσφρησης, άρωμα
- lyktir στα ελληνικά - τέλος, τελειώνω, αποτέλεσμα, έκβαση, αποτελέσματα, αποτελέσματος, αποτελεσμάτων
- lymskur στα ελληνικά - πανουργία, ύπουλος, πανούργος, πονηρός, καπάτσος
- lyst στα ελληνικά - όρεξη, όρεξης, την όρεξη, της όρεξης, όρεξή
Τυχαίες λέξεις
Lymska στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καπάτσος, πονηρός, πανουργία
Μεταφράσεις: καπάτσος, πονηρός, πανουργία