Næra στα ελληνικά

Μετάφραση: næra, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλλιεργώ, τρέφω, θρέφουν, θρέψει, να θρέψει
Næra στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • náð στα ελληνικά - έλεος, φθάσει, επιτευχθεί, έφτασε, έφθασε, φτάσει
  • nær στα ελληνικά - σχεδόν, παραλίγο, πιο κοντά, στενότερη, κοντά, στενότερης, πιο
  • nærri στα ελληνικά - σχεδόν, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
  • næst στα ελληνικά - επόμενος, μετά, επόμενη, επόμενο, δίπλα, επόμενου
Τυχαίες λέξεις
Næra στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλλιεργώ, τρέφω, θρέφουν, θρέψει, να θρέψει