Svo στα ελληνικά

Μετάφραση: svo, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετά, τόσο, τότε, έπειτα, έτσι, ώστε, έτσι ώστε
Svo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • svipur στα ελληνικά - εμφάνιση, παρουσίαση, φαίνομαι, κοιτάζω, πρόσωπο, αντιμετωπίζω, κύρος, ...
  • svið στα ελληνικά - σκηνή, τοπίο, σειρά, εμβέλεια, φάσμα, εύρος, γκάμα
  • svona στα ελληνικά - έτσι, εκ τούτου, κατά συνέπεια, ως εκ τούτου, τον τρόπο αυτό
  • svæði στα ελληνικά - περιοχή, έκταση, περιοχής, χώρο, ζώνη
Τυχαίες λέξεις
Svo στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετά, τόσο, τότε, έπειτα, έτσι, ώστε, έτσι ώστε