Tak στα ελληνικά
Μετάφραση: tak, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαβή, αμπάρι, συλλαμβάνω, πιάνω, σφίγγω, κράτημα, κρατώ, τακ, Τβκ, ο Tak
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- sýnilega στα ελληνικά - φαινομενικά, ορατός, ορατή, ορατό, ορατά, ορατές
- sýnilegur στα ελληνικά - ορατός, ορατή, ορατό, ορατά, ορατές
- taka στα ελληνικά - παίρνω, λαμβάνει, να λάβει, λαμβάνουν, λάβει, λάβουν
- takast στα ελληνικά - διευθύνω, πετυχαίνω, επιτυγχάνω, αντεπεξέρχομαι, καταφέρνω, συμφωνία, συμφωνίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Tak στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαβή, αμπάρι, συλλαμβάνω, πιάνω, σφίγγω, κράτημα, κρατώ, τακ, Τβκ, ο Tak
Μεταφράσεις: λαβή, αμπάρι, συλλαμβάνω, πιάνω, σφίγγω, κράτημα, κρατώ, τακ, Τβκ, ο Tak