Accesorio στα ελληνικά
Μετάφραση: accesorio, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεργός, συμπλήρωμα, συμπληρώνω, αξεσουάρ, εξάρτημα, εξαρτήματος, βοηθητικά, εξαρτημάτων
Μεταφράσεις
- accesible στα ελληνικά - ευπροσήγορος, ευπρόσιτος, προσηνής, προσιτός, προσπελάσιμος, προσβάσιμο, προσβάσιμα, ...
- acceso στα ελληνικά - ένταξη, προσχώρηση, άνοδος, πρόσβαση, απόκτημα, είσοδος, προσπέλαση, ...
- accidentado στα ελληνικά - λοφώδης, λοφώδες, λοφώδη, λοφώδεις, ορεινό
- accidental στα ελληνικά - ανεπίσημος, συγκυρία, τύχη, ξέγνοιαστος, πιθανότητα, τυχαίος, ευκαιρία, ...
Τυχαίες λέξεις
Accesorio στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεργός, συμπλήρωμα, συμπληρώνω, αξεσουάρ, εξάρτημα, εξαρτήματος, βοηθητικά, εξαρτημάτων
Μεταφράσεις: συνεργός, συμπλήρωμα, συμπληρώνω, αξεσουάρ, εξάρτημα, εξαρτήματος, βοηθητικά, εξαρτημάτων