Amortización στα ελληνικά
Μετάφραση: amortización, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποτίμηση, εξαγορά, λύτρωση, αποσβέσεων, απόσβεση, αποσβέσεις, απόσβεσης, εξόφλησης
Μεταφράσεις
- amortiguador στα ελληνικά - ρυθμιστικό, ρυθμιστικού, ρυθμιστικό διάλυμα, ρυθμιστικού διαλύματος, buffer
- amortiguar στα ελληνικά - ελαφρύνω, πνίγω, κουκουλώνω, αμβλύνω, μαξιλάρι, μαξιλαριού, μαξιλαράκι, ...
- amortizar στα ελληνικά - ξεπληρώνω με δόσεις, αποσβέσει, αποσβέσουν, αποσβέσουν τις, την απόσβεση
- amorío στα ελληνικά - ρομάντζα, ερωτική σχέση, ερωτική, έρωτα, έρωτας, ερωτικής σχέσης
Τυχαίες λέξεις
Amortización στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποτίμηση, εξαγορά, λύτρωση, αποσβέσεων, απόσβεση, αποσβέσεις, απόσβεσης, εξόφλησης
Μεταφράσεις: υποτίμηση, εξαγορά, λύτρωση, αποσβέσεων, απόσβεση, αποσβέσεις, απόσβεσης, εξόφλησης