Asistir στα ελληνικά
Μετάφραση: asistir, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βοήθημα, παραβρίσκομαι, βοηθός, αρωγή, βοήθεια, παρακολουθώ, επικουρία, βοηθώ, παρακολουθήσουν, παραστεί, παραστούν, παρευρεθούν, παρακολουθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- asistencia στα ελληνικά - αρωγή, ανακούφιση, ανάγλυφος, εκτόνωση, παρουσία, βοήθεια, βοήθειας, ...
- asistente στα ελληνικά - ακόλουθος, βοηθός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
- asma στα ελληνικά - άσθμα, άσθματος, το άσθμα, του άσθματος
- asmático στα ελληνικά - ασθματικός, ασθματικών, ασθματική, ασθματικά, ασθματικούς
Τυχαίες λέξεις
Asistir στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βοήθημα, παραβρίσκομαι, βοηθός, αρωγή, βοήθεια, παρακολουθώ, επικουρία, βοηθώ, παρακολουθήσουν, παραστεί, παραστούν, παρευρεθούν, παρακολουθούν
Μεταφράσεις: βοήθημα, παραβρίσκομαι, βοηθός, αρωγή, βοήθεια, παρακολουθώ, επικουρία, βοηθώ, παρακολουθήσουν, παραστεί, παραστούν, παρευρεθούν, παρακολουθούν