Βοήθημα στα ισπανικά
Μετάφραση: βοήθημα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ayudante, ayuda, ayudar, socorro, asistir, ayudas, la ayuda, de ayuda, las ayudas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βοήθημα
βοήθημα βιολογίας γ γυμν, βοήθημα ιλιάδας β γυμν, βοήθημα 500 ευρώ, βοήθημα φυσικής γ γυμν, βοήθημα γλώσσας β γυμν, βοήθημα λεξικό γλώσσας ισπανικά, βοήθημα στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- βλοσυρός στα ισπανικά - hosco, tétrico, popa, austero, severo, adusto, siniestro, ...
- βοήθεια στα ισπανικά - ayudante, mantener, patrocinar, respaldar, apoyar, respaldo, secundar, ...
- βοηθητικός στα ισπανικά - auxiliar, auxiliares, auxiliar de, auxiliares de
- βοηθός στα ισπανικά - ayudante, ayudar, asistente, remediar, socorro, colaborador, ayuda, ...
Τυχαίες λέξεις
Βοήθημα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: ayudante, ayuda, ayudar, socorro, asistir, ayudas, la ayuda, de ayuda, las ayudas
Μεταφράσεις: ayudante, ayuda, ayudar, socorro, asistir, ayudas, la ayuda, de ayuda, las ayudas