Despojar στα ελληνικά
Μετάφραση: despojar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ληστεύω, ξεγυμνώνω, λεηλατηθούν, απογυμνώσουμε, λεηλατήσουν, απογυμνώνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- despoblación στα ελληνικά - ερήμωση, μείωση του πληθυσμού, εξολόθρευση, μείωσης του πληθυσμού, αποπληθυσμού
- despoblar στα ελληνικά - ερημώνω, ερημώ, ερήμωσης και αποπληθυσμού της, μειώνω τον πληθυσμό, ερήμωσης και αποπληθυσμού
- despojo στα ελληνικά - λεηλατώ, ληστεία, αποστέρηση, στέρησης, περιουσιακής, στέρηση, στερήσεις αγαθών
- despolarización στα ελληνικά - εκπόλωση, αποπόλωση, depolarization, αποπολώσεως, αποπόλωσης
Τυχαίες λέξεις
Despojar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ληστεύω, ξεγυμνώνω, λεηλατηθούν, απογυμνώσουμε, λεηλατήσουν, απογυμνώνουν
Μεταφράσεις: ληστεύω, ξεγυμνώνω, λεηλατηθούν, απογυμνώσουμε, λεηλατήσουν, απογυμνώνουν