Enfático στα ελληνικά

Μετάφραση: enfático, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμφατικός, εμφατική, εμφατικό, έμφαση, κατηγορηματική
Enfático στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • enfurecer στα ελληνικά - παροργίζω, εξαγριώνω, εξοργίζει, εξοργίσουν, εξοργίζω
  • enfurruñarse στα ελληνικά - σκυθρωπιάζω
  • enganchar στα ελληνικά - άγκιστρο, γάντζος, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
  • engañar στα ελληνικά - φενακίζω, τρικ, εξαπατώ, κόλπο, βλάκας, ζαβολιάρης, κοροϊδεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Enfático στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμφατικός, εμφατική, εμφατικό, έμφαση, κατηγορηματική