Estrepitoso στα ελληνικά
Μετάφραση: estrepitoso, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηχηρός, θορυβώδης, βροντερός, δυνατά, δυνατό, δυνατή, δυνατός, δυνατούς
Μεταφράσεις
- estremecimiento στα ελληνικά - συγκίνηση, ενθουσιασμό, συγκίνησης, συγκινήσεις, τη συγκίνηση
- estreno στα ελληνικά - πρεμιέρα, Premiere, της Premiere, πρεμιέρας, την πρεμιέρα
- estreñimiento στα ελληνικά - δυσκοιλιότητα, δυσκοιλιότητας, τη δυσκοιλιότητα, της δυσκοιλιότητας, η δυσκοιλιότητα
- estribillo στα ελληνικά - απέχω, επωδός, χορωδία, χορωδίες, ρεφρέν, χορωδίας, χορός
Τυχαίες λέξεις
Estrepitoso στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηχηρός, θορυβώδης, βροντερός, δυνατά, δυνατό, δυνατή, δυνατός, δυνατούς
Μεταφράσεις: ηχηρός, θορυβώδης, βροντερός, δυνατά, δυνατό, δυνατή, δυνατός, δυνατούς