Genitivo στα ελληνικά
Μετάφραση: genitivo, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γενική, γενική πτώση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- genio στα ελληνικά - φυλάξου, φύση, πνεύμα, μετριάζω, διάθεση, οργή, σκληραίνω, ...
- genital στα ελληνικά - γεννητικός, γεννητικών, γεννητικών οργάνων, των γεννητικών, των γεννητικών οργάνων
- genocidio στα ελληνικά - γενοκτονία, γενοκτονίας, τη γενοκτονία, της γενοκτονίας, γενοκτονίας των
- gentil στα ελληνικά - ωραίος, Χριστιανός, ειδωλολατρικός, ειδωλολάτρης, Gentile, Τζεντίλε
Τυχαίες λέξεις
Genitivo στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γενική, γενική πτώση
Μεταφράσεις: γενική, γενική πτώση