Lesionar στα ελληνικά

Μετάφραση: lesionar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτυπώ, πονώ, πληγώνω, τραυματίζω, τραυματίσει, τραυματίζουν, τραυματίσουν, να τραυματίσουν, τραυματισμό
Lesionar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lepra στα ελληνικά - λώβα, λέπρα, λέπρας, τη λέπρα, η λέπρα, της λέπρας
  • leproso στα ελληνικά - λεπρός, λεπρών, λεπρό, λεπρού, των λεπρών
  • lesión στα ελληνικά - αλλοίωση, κάκωση, βλάπτω, βλάβη, λαβώνω, τραυματίζω, τραύμα, ...
  • letal στα ελληνικά - μοιραίος, φονικός, θανατηφόρος, θανατηφόρο, θανατηφόρα, θανατηφόρες, θανατηφόρου
Τυχαίες λέξεις
Lesionar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτυπώ, πονώ, πληγώνω, τραυματίζω, τραυματίσει, τραυματίζουν, τραυματίσουν, να τραυματίσουν, τραυματισμό