Original στα ελληνικά

Μετάφραση: original, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γηγενής, καινοφανής, εκκεντρικός, ιθαγενής, μυθιστόρημα, πρωτότυπος, γνήσιος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού
Original στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • orificio στα ελληνικά - διέξοδος, στόμιο, τρύπα, στομίου, άνοιγμα, οπή, οπής
  • origen στα ελληνικά - έναρξη, αρχίζω, πρώτος, ξεκινώ, προέλευση, ρίζα, αρχή, ...
  • originalidad στα ελληνικά - πρωτοτυπία, πρωτοτυπίας, την πρωτοτυπία, η πρωτοτυπία, αυθεντικότητα
  • originar στα ελληνικά - ανατρέφω, σκοπός, σηκώνω, προκαλώ, προξενώ, αιτία, αναστηλώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Original στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γηγενής, καινοφανής, εκκεντρικός, ιθαγενής, μυθιστόρημα, πρωτότυπος, γνήσιος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού