Permanente στα ελληνικά

Μετάφραση: permanente, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδιάκοπος, συνεχής, μόνιμος, διαρκείας, διαρκής, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο
Permanente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • perla στα ελληνικά - χάντρα, μαργαριτάρι, μαργαριταρένια, μαργαριταριών, μαργαριτάρια, μαργαριταρένιο
  • permanecer στα ελληνικά - κατακρατώ, κρατώ, εξακολουθώ, μένω, παραμένω, υπόλοιπος, ξεκουράζομαι, ...
  • permiso στα ελληνικά - παραιτούμαι, άδεια, φεύγω, παρατάω, επιτρέπω, την άδεια, άδειας, ...
  • permitir στα ελληνικά - αφήνω, ενοικιάζομαι, εισάγω, παραδέχομαι, επιτρέπω, άδεια, επιτρέπουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Permanente στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδιάκοπος, συνεχής, μόνιμος, διαρκείας, διαρκής, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο