Asserragliare στα ελληνικά
Μετάφραση: asserragliare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στηρίγματα, φραγμός, σκληρή, σκληρός, δύσκολο, σκληρό, σκληρές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assenzio στα ελληνικά - αψέντι, το αψέντι, absinthe, αψενθίου, για αψέντι
- asserire στα ελληνικά - κρατίδιο, βεβαιώνω, επικυρώνω, διαβεβαιώνω, κράτος, διεκδικήσει, διεκδικούν, ...
- asserzione στα ελληνικά - διαβεβαίωση, ισχυρισμός, ισχυρισμό, τον ισχυρισμό, ισχυρισμού, ο ισχυρισμός
- assessore στα ελληνικά - εκτιμητής, αξιολογητή, βαθμολογητή, αξιολογητής, βαθμολογητής
Τυχαίες λέξεις
Asserragliare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στηρίγματα, φραγμός, σκληρή, σκληρός, δύσκολο, σκληρό, σκληρές
Μεταφράσεις: στηρίγματα, φραγμός, σκληρή, σκληρός, δύσκολο, σκληρό, σκληρές