Conseguire στα ελληνικά

Μετάφραση: conseguire, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκτώ, προκύπτω, κατορθώνω, φτάνω, επιτυγχάνω, προμηθεύομαι, απολαβή, επακολουθώ, επίτευξη, την επίτευξη, επιτύχουν, επιτύχει, επιτευχθεί
Conseguire στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • conseguenza στα ελληνικά - σημασία, έκβαση, επίπτωση, αποτέλεσμα, επακόλουθο, συνέπεια, λόγω, ...
  • conseguimento στα ελληνικά - επίτευξη, πραγματοποίηση, υλοποίηση, πραγματοποιήσεως, επίτευξης
  • consenso στα ελληνικά - χειροκρότημα, παραιτούμαι, παρατάω, φεύγω, συγκατάθεση, επευφημίες, συμφωνία, ...
  • consentire στα ελληνικά - επιτρέπω, άδεια, αφήνω, ενοικιάζομαι, επιτρέπουν, επιτρέπει, να επιτρέψει, ...
Τυχαίες λέξεις
Conseguire στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκτώ, προκύπτω, κατορθώνω, φτάνω, επιτυγχάνω, προμηθεύομαι, απολαβή, επακολουθώ, επίτευξη, την επίτευξη, επιτύχουν, επιτύχει, επιτευχθεί