Difficoltà στα ελληνικά
Μετάφραση: difficoltà, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυσκολία, δυσχέρεια, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- differire στα ελληνικά - αναστέλλω, αναβάλλω, διαφέρουν, διαφέρει, να διαφέρουν, να διαφέρει, διαφορετικές
- difficile στα ελληνικά - σκληρός, σκληροτράχηλος, δύσκολος, επίπονος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, ...
- diffidare στα ελληνικά - προειδοποιώ, νουθετώ, παραινώ, δυσπιστία, δυσπιστίας, έλλειψη εμπιστοσύνης, τη δυσπιστία, ...
- diffidente στα ελληνικά - ύποπτος, καχύποπτος, κακόπιστος, δύσπιστος, δύσπιστοι, δύσπιστους, δύσπιστη
Τυχαίες λέξεις
Difficoltà στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυσκολία, δυσχέρεια, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών
Μεταφράσεις: δυσκολία, δυσχέρεια, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών