Diventare στα ελληνικά

Μετάφραση: diventare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σειρά, αρμόζω, αυξάνομαι, στροφή, γίνομαι, παίρνω, στρίβω, κερί, μεγαλώνω, αποκτώ, πηγαίνω, γίνει, να γίνει, καταστεί, γίνονται, γίνετε
Diventare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • divellere στα ελληνικά - ξεριζώνω, Divella
  • divenire στα ελληνικά - γίνομαι, αρμόζω, γίνει, να γίνει, καταστεί, γίνονται, γίνετε
  • diverbio στα ελληνικά - φιλονικία, καυγάς, Brawl, συμπλοκή, καυγά
  • diversi στα ελληνικά - αρκετές, αρκετοί, διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, διαφορετικών
Τυχαίες λέξεις
Diventare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σειρά, αρμόζω, αυξάνομαι, στροφή, γίνομαι, παίρνω, στρίβω, κερί, μεγαλώνω, αποκτώ, πηγαίνω, γίνει, να γίνει, καταστεί, γίνονται, γίνετε