Idraulico στα ελληνικά
Μετάφραση: idraulico, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υδραυλικός, υδραυλικό, υδραυλική, υδραυλικά, υδραυλικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- idoneità στα ελληνικά - καταλληλότητα, γυμναστήριο, γυμναστικής, fitness, φυσικής κατάστασης
- idoneo στα ελληνικά - βολικός, πρόσφορος, κατάλληλος, ικανός, κατάλληλο, κατάλληλη, κατάλληλα, ...
- idrocarburo στα ελληνικά - υδρογονάνθραξ, υδρογονάνθρακα, υδρογονανθράκων, υδρογονάνθρακας, υδρογονάνθρακος
- idrofilo στα ελληνικά - υδρόφιλα, υδρόφιλη, υδρόφιλο, υδρόφιλες, υδρόφιλων
Τυχαίες λέξεις
Idraulico στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υδραυλικός, υδραυλικό, υδραυλική, υδραυλικά, υδραυλικού
Μεταφράσεις: υδραυλικός, υδραυλικό, υδραυλική, υδραυλικά, υδραυλικού