Importunare στα ελληνικά
Μετάφραση: importunare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκοτίζομαι, ενοχλώ, ενοχλούμαι, κόπος, ενόχληση, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο
Μεταφράσεις
- importazione στα ελληνικά - εισάγω, εισαγωγή, εισαγωγής, την εισαγωγή, εισαγωγών, εισαγωγές
- importo στα ελληνικά - ανέρχομαι, ποσόν, ποσό, σύνολο, πράξη, ολικός, ποσότητα, ...
- importuno στα ελληνικά - φορτικός, επίμονος, ενοχλητικός
- impossibile στα ελληνικά - αδύνατον, αδύνατος, αδύνατο, αδύνατη, δυνατόν
Τυχαίες λέξεις
Importunare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκοτίζομαι, ενοχλώ, ενοχλούμαι, κόπος, ενόχληση, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο
Μεταφράσεις: σκοτίζομαι, ενοχλώ, ενοχλούμαι, κόπος, ενόχληση, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο