Lontano στα ελληνικά

Μετάφραση: lontano, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψυχρός, απομακρυσμένος, απόκεντρος, μακριά, απόμακρος, πολύ μακριά, πιο μακριά, μακρυά, μακρινή
Lontano στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • longevità στα ελληνικά - μακροβιότητα, μακροζωία, μακροζωίας, τη μακροζωία, διάρκεια ζωής
  • longevo στα ελληνικά - μακρόβιος, μακράς διάρκειας ζωής, μακρόβιων, μακρόβια, μεγάλης διάρκειας ζωής
  • lontra στα ελληνικά - βίδρα, με πόρτες, ενυδρίδα, ενυδρίδας, βίδρας
  • lonza στα ελληνικά - λαγόνια, νεφρική χώρα, φιλέτο, οσφυϊκής χώρας, οσφυϊκή χώρα
Τυχαίες λέξεις
Lontano στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψυχρός, απομακρυσμένος, απόκεντρος, μακριά, απόμακρος, πολύ μακριά, πιο μακριά, μακρυά, μακρινή