Opportuno στα ελληνικά
Μετάφραση: opportuno, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφετερίζομαι, ευοίωνος, σκόπιμος, επίκαιρος, ταιριαστός, κατάλληλος, καίριος, οικειοποιούμαι, κατάλληλη, κατάλληλα, κατάλληλο, κατάλληλες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- opportunista στα ελληνικά - καιροσκόπος, οπορτουνιστική, οπορτουνιστικές, οπορτουνιστικών, οπορτουνιστικό
- opportunità στα ελληνικά - ευκαιρία, σκοπιμότητα, συγκυρία, τύχη, πιθανότητα, δυνατότητα, την ευκαιρία, ...
- opposizione στα ελληνικά - αντιπολίτευση, αντίθεση, αντίσταση, αντοχή, αντιπολίτευσης, ανακοπής, της αντιπολίτευσης
- opposto στα ελληνικά - αντιστρέφω, συνομιλώ, απέναντι, αντίθετο, απέναντι από, αντίθετη, αντίθετες
Τυχαίες λέξεις
Opportuno στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφετερίζομαι, ευοίωνος, σκόπιμος, επίκαιρος, ταιριαστός, κατάλληλος, καίριος, οικειοποιούμαι, κατάλληλη, κατάλληλα, κατάλληλο, κατάλληλες
Μεταφράσεις: σφετερίζομαι, ευοίωνος, σκόπιμος, επίκαιρος, ταιριαστός, κατάλληλος, καίριος, οικειοποιούμαι, κατάλληλη, κατάλληλα, κατάλληλο, κατάλληλες