Ταιριαστός στα ιταλικά
Μετάφραση: ταιριαστός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
opportuno, congeniale, congeniali, affabile, congenial, simpatico
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταιριαστός
ταιριαστός συνώνυμα, ταιριαστός λεξικό γλώσσας ιταλικά, ταιριαστός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ταιριάζω στα ιταλικά - gara, partita, fiammifero, coppia, incontro, partite, partite in
- ταιριαστά στα ιταλικά - congeniale, congenially
- τακούνι στα ιταλικά - garretto, tallone, tacco, calcagno, del tallone, il tallone
- τακτικά στα ιταλικά - regolarmente, periodicamente, regolare, regolarità, regolari
Τυχαίες λέξεις
Ταιριαστός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: opportuno, congeniale, congeniali, affabile, congenial, simpatico
Μεταφράσεις: opportuno, congeniale, congeniali, affabile, congenial, simpatico