Orecchia στα ελληνικά
Μετάφραση: orecchia, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαβή, χειρίζομαι, αυτί, κράτημα, χερούλι, πιάνω, μεταχειρίζομαι, αυτιού, αυτιών, ωτός, του αυτιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ordine στα ελληνικά - προστάζω, προσταγή, διατάζω, παραγγέλλω, παραγγελία, εντολή, αλληλουχία, ...
- ordito στα ελληνικά - διαστρεβλώνω, στημόνι, στημονιού, στρέβλωσης, του στημονιού, στήμονες
- orecchio στα ελληνικά - αυτί, αυτιού, αυτιών, ωτός, του αυτιού
- orecchioni στα ελληνικά - παρωτίτιδα, παρωτίτιδας, της παρωτίτιδας, την παρωτίτιδα, η παρωτίτιδα
Τυχαίες λέξεις
Orecchia στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαβή, χειρίζομαι, αυτί, κράτημα, χερούλι, πιάνω, μεταχειρίζομαι, αυτιού, αυτιών, ωτός, του αυτιού
Μεταφράσεις: λαβή, χειρίζομαι, αυτί, κράτημα, χερούλι, πιάνω, μεταχειρίζομαι, αυτιού, αυτιών, ωτός, του αυτιού