Αυτί στα ιταλικά
Μετάφραση: αυτί, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
orecchia, orecchio, dell'orecchio, all'orecchio, orecchie, l'orecchio
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτί
αυτί τυμπανο, αυτί βουίζει, αυτί ppt, αυτί της θάλασσας, αυτί βουητό, αυτί λεξικό γλώσσας ιταλικά, αυτί στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αυτή στα ιταλικά - il, codesto, ella, suo, questo, lei, gli, ...
- αυτήν στα ιταλικά - gli, lei, suo, sua, la, il suo
- αυταπόδεικτος στα ιταλικά - axiomatical
- αυταρέσκεια στα ιταλικά - smugness, compiacimento, autocompiacimento, compiacenza, di compiacimento
Τυχαίες λέξεις
Αυτί στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: orecchia, orecchio, dell'orecchio, all'orecchio, orecchie, l'orecchio
Μεταφράσεις: orecchia, orecchio, dell'orecchio, all'orecchio, orecchie, l'orecchio