Periodico στα ελληνικά
Μετάφραση: periodico, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιοδικό, περιοδικός, περιοδική, περιοδικές, περιοδικών, περιοδικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- perigeo στα ελληνικά - περίγειο, περιγείου, περίγειου, perigee, το περίγειο
- perimetro στα ελληνικά - πυξίδα, περίμετρος, περίμετρο, περιμέτρου, περιμετρικά, περιμετρικό
- periodo στα ελληνικά - διάστημα, περίοδος, φάση, διάρκεια, περίοδο, περιόδου
- perire στα ελληνικά - χάνομαι, καταστρέφομαι, χαθεί, χαθούν, χάνονται, απολεσθή
Τυχαίες λέξεις
Periodico στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιοδικό, περιοδικός, περιοδική, περιοδικές, περιοδικών, περιοδικής
Μεταφράσεις: περιοδικό, περιοδικός, περιοδική, περιοδικές, περιοδικών, περιοδικής