Prevenire στα ελληνικά
Μετάφραση: prevenire, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακωλύω, εμποδίζω, αποκλείω, αποτρέπω, προλαβαίνω, πρόληψη, την πρόληψη, αποτροπή, εμποδίζουν, αποτρέψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- prevalere στα ελληνικά - επικρατώ, υπερισχύω, επικρατήσει, επικρατήσουν, υπερισχύουν, υπερισχύει, επικρατούν
- prevedere στα ελληνικά - προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, πρόγνωση, πρόβλεψη, προβλέψεις, προβλέψεων, πρόβλεψης
- preventivo στα ελληνικά - παραθέτω, απόσπασμα, quote, παράθεση, Σύναψη του
- prevenzione στα ελληνικά - αποφυγή, εμποδισμός, πρόληψη, πρόληψης, την πρόληψη, πρόληψη των, της πρόληψης
Τυχαίες λέξεις
Prevenire στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακωλύω, εμποδίζω, αποκλείω, αποτρέπω, προλαβαίνω, πρόληψη, την πρόληψη, αποτροπή, εμποδίζουν, αποτρέψει
Μεταφράσεις: παρακωλύω, εμποδίζω, αποκλείω, αποτρέπω, προλαβαίνω, πρόληψη, την πρόληψη, αποτροπή, εμποδίζουν, αποτρέψει