Proibire στα ελληνικά
Μετάφραση: proibire, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκλείω, απαγόρευση, αποκλεισμός, αρνησικυρία, απαγορεύω, απαγορεύουν, απαγορεύει, να απαγορεύουν, απαγορεύσει, απαγορεύσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- progressivo στα ελληνικά - προοδευτικός, προοδευτική, σταδιακή, προοδευτικής, προοδευτικό
- progresso στα ελληνικά - προχωρώ, ανάδειξη, εξέλιξη, προκαταβάλλω, προβαίνω, προοδεύω, πρόοδος, ...
- proibizione στα ελληνικά - απαγορεύω, αποκλείω, απαγόρευση, αποκλεισμός, απαγόρευσης, απαγορεύσεως, την απαγόρευση, ...
- proiettare στα ελληνικά - πέταγμα, προβάλλω, σχέδιο, πρόγραμμα, ρίχνω, πετώ, εξετάζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Proibire στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκλείω, απαγόρευση, αποκλεισμός, αρνησικυρία, απαγορεύω, απαγορεύουν, απαγορεύει, να απαγορεύουν, απαγορεύσει, απαγορεύσουν
Μεταφράσεις: αποκλείω, απαγόρευση, αποκλεισμός, αρνησικυρία, απαγορεύω, απαγορεύουν, απαγορεύει, να απαγορεύουν, απαγορεύσει, απαγορεύσουν