Righello στα ελληνικά

Μετάφραση: righello, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κανόνας, ιθύνω, βασιλεύω, χάρακας, αποφασίζω, ρίγα, κυβερνήτης, χάρακα, ηγεμόνα, κυβερνήτη
Righello στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rigettare στα ελληνικά - απορρίπτω, απορρίψει, απορρίπτει, απορρίπτουν, να απορρίψει
  • rigetto στα ελληνικά - απόρριψη, απόρριψης, την απόρριψη, απορρίψεως, η απόρριψη
  • rigidità στα ελληνικά - ακαμψία, ακαμψίας, δυσκαμψία, την ακαμψία, δυσκαμψίας
  • rigido στα ελληνικά - αυστηρός, άκαμπτος, δριμύς, ισχυρός, αλύγιστος, άτεγκτος, αδιάλλακτος, ...
Τυχαίες λέξεις
Righello στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κανόνας, ιθύνω, βασιλεύω, χάρακας, αποφασίζω, ρίγα, κυβερνήτης, χάρακα, ηγεμόνα, κυβερνήτη