Rimprovero στα ελληνικά
Μετάφραση: rimprovero, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιπλήττω, επιτιμώ, επίπληξη, κατσαδιάζω, κατσάδα, όνειδος, μομφή, μομφής, προσάψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- rimpicciolire στα ελληνικά - ελαττώνω, μειώνω, μπαίνω, συρρικνώνομαι, συστέλλω, μικραίνω, περιορίζω, ...
- rimproverare στα ελληνικά - επίπληξη, όνειδος, μομφή, μομφής, προσάψει
- rimuginare στα ελληνικά - μασώ, γένος, γόνου, γεννητόρων, τσούρμο, σε απογόνους
- rimuovere στα ελληνικά - μετακομίζω, παίρνω, εξαλείφω, υπαναχωρώ, αποσύρω, αποκλείω, υπαναχωρώ., ...
Τυχαίες λέξεις
Rimprovero στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιπλήττω, επιτιμώ, επίπληξη, κατσαδιάζω, κατσάδα, όνειδος, μομφή, μομφής, προσάψει
Μεταφράσεις: επιπλήττω, επιτιμώ, επίπληξη, κατσαδιάζω, κατσάδα, όνειδος, μομφή, μομφής, προσάψει