Sciocco στα ελληνικά

Μετάφραση: sciocco, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοροϊδεύω, βλάκας, κουτός, χαζός, γάιδαρος, ανόητος, ξεγελάσουν, ξεγελάσει, ξεγελάσουν τους
Sciocco στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • scintillare στα ελληνικά - σπιθοβολώ, λάμπω, λάμψη, σπινθήρισμα, sparkle, σπινθηρίσματος
  • scioccare στα ελληνικά - κραδασμός, σοκ, κρούση, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, shock
  • sciogliere στα ελληνικά - προσδιορίζω, ξεπαγώνω, λύνω, καθορίζω, χαλαρώνω, λιώνω, μολάρω, ...
  • sciogliersi στα ελληνικά - διαλύω, λιώνω, τήξης, τήξη, τήγματος, τήγμα, τήξεως
Τυχαίες λέξεις
Sciocco στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοροϊδεύω, βλάκας, κουτός, χαζός, γάιδαρος, ανόητος, ξεγελάσουν, ξεγελάσει, ξεγελάσουν τους