Sostenere στα ελληνικά

Μετάφραση: sostenere, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπαράσταση, συντηρώ, ακουμπώ, γέρνω, κλίνω, πλάτη, στήριγμα, βοήθεια, υπερασπιστής, άπαχος, συνήγορος, υποστήριγμα, αμπάρι, υποστηρικτής, ενισχύω, υποστηρίζω, κρατήσει ψηλά, να κρατήσει ψηλά, χωρέσει μέχρι, να χωρέσει μέχρι, κρατήσει μέχρι
Sostenere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sostare στα ελληνικά - παύση, διακόπτω, διακοπή, σταματώ, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, ...
  • sostegno στα ελληνικά - στυλοβάτης, υποστήριγμα, συμπαράσταση, βοήθεια, στήριγμα, υποστήριξη, στήριξη, ...
  • sostenitore στα ελληνικά - οπαδός, υποστηρικτής, υποστηρικτή, υποστηρικτής της, οπαδών
  • sostentamento στα ελληνικά - συντήρηση, κρατώ, εξακολουθώ, κατακρατώ, απασχόληση, τροφή, διατήρηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Sostenere στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπαράσταση, συντηρώ, ακουμπώ, γέρνω, κλίνω, πλάτη, στήριγμα, βοήθεια, υπερασπιστής, άπαχος, συνήγορος, υποστήριγμα, αμπάρι, υποστηρικτής, ενισχύω, υποστηρίζω, κρατήσει ψηλά, να κρατήσει ψηλά, χωρέσει μέχρι, να χωρέσει μέχρι, κρατήσει μέχρι