Supplemento στα ελληνικά
Μετάφραση: supplemento, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπλήρωμα, μάντρα, συμπληρώνω, εσώκλειστο, περίφραγμα, περίφραξη, συμπληρώματος, συμπλήρωμα για τον, συμπληρώνουν, το συμπλήρωμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- superiorità στα ελληνικά - ανωτερότητα, υπεροχή, ανωτερότητας, υπεροχής, την υπεροχή
- supervisione στα ελληνικά - παράλειψη, επίβλεψη, αβλεψία, επιτήρηση, εποπτεία, εποπτείας, έλεγχο
- supplente στα ελληνικά - αντικατάσταση, αντικαταστάτης, αναπληρωματικός, εναλλάσσω, υποκαθιστώ, αναπληρώνω, υποκατάστατο, ...
- supplicare στα ελληνικά - προσεύχομαι, επικαλεστεί, να επικαλεστεί, επικαλούνται, επικαλεστούν, να επικαλείται
Τυχαίες λέξεις
Supplemento στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπλήρωμα, μάντρα, συμπληρώνω, εσώκλειστο, περίφραγμα, περίφραξη, συμπληρώματος, συμπλήρωμα για τον, συμπληρώνουν, το συμπλήρωμα
Μεταφράσεις: συμπλήρωμα, μάντρα, συμπληρώνω, εσώκλειστο, περίφραγμα, περίφραξη, συμπληρώματος, συμπλήρωμα για τον, συμπληρώνουν, το συμπλήρωμα