Svuotare στα ελληνικά

Μετάφραση: svuotare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άδειος, άδειο, κενή, κενό, κενών, κενές
Svuotare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • svolgimento στα ελληνικά - ανάπτυξη, εξέλιξη, επίδοση, παράσταση, εκτέλεση, απόδοση, επιδόσεις
  • svolta στα ελληνικά - ζάρωμα, πτυχή, κακοποιός, στρίβω, γέρνω, σκύβω, κυρτώνω, ...
  • sé στα ελληνικά - ίδιος, εαυτό, εαυτό του, τον εαυτό, τον εαυτό του
  • sì στα ελληνικά - ναι, ναι, είναι, ναι είναι, ναι είναι τα
Τυχαίες λέξεις
Svuotare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άδειος, άδειο, κενή, κενό, κενών, κενές