Ανωριμότητα στα αγγλικά

Μετάφραση: ανωριμότητα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
immaturity, immature, immaturity of
Ανωριμότητα στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανωριμότητα

ανωριμότητα λόγου, ανωριμότητα εγκεφάλου, ανωριμότητα ορισμός, ανωριμότητα παιδιού, ψυχοκινητική ανωριμότητα, ανωριμότητα λεξικό γλώσσας αγγλικά, ανωριμότητα στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ανυψώνω στα αγγλικά - elevate, lift, raise, erect, I lift
  • ανωμαλία στα αγγλικά - irregularity, anomaly, abnormality, unevenness, disorder
  • ανωτερότητα στα αγγλικά - superiority, supremacy, superior, superiority of, the superiority
  • ανωφελής στα αγγλικά - useless, profitless, unavailing, ineffective, vain, futile
Τυχαίες λέξεις
Ανωριμότητα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: immaturity, immature, immaturity of