Tocco στα ελληνικά

Μετάφραση: tocco, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγγίζω, πινελιά, αφή, επαφή, άγγιγμα, αγγίζετε, αγγίξτε
Tocco στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aggregato στα ελληνικά - συσσωμάτωμα, συνολικός, σύνολο, συνολικό, συνολική, συνολικά
  • entità στα ελληνικά - οντότητα, οντότητας, οικονομική οντότητα, φορέα, φορέας
  • nomignolo στα ελληνικά - παρατσούκλι, ψευδώνυμο, nickname, ψευδώνυμό, το ψευδώνυμό
  • pepe στα ελληνικά - πιπέρι, πιπεριά, πιπεριού, το πιπέρι, πιπεριάς
Τυχαίες λέξεις
Tocco στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγγίζω, πινελιά, αφή, επαφή, άγγιγμα, αγγίζετε, αγγίξτε