Vuoto στα ελληνικά

Μετάφραση: vuoto, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαθουλωμένος, κούφιος, υπόκωφος, άγραφος, κενός, άγραφτος, λευκός, κοίλος, κενό, άδειος, άδειο, κενή, κενών, κενές
Vuoto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • assegnazione στα ελληνικά - κατανομή, διανομή, καταμερισμός, ανάθεση, εκχώρηση, εκχώρησης, ανάθεσης, ...
  • capitolo στα ελληνικά - κεφάλαιο, κεφαλαίου, το κεφάλαιο, του κεφαλαίου, κεφάλαιο αυτό
  • disgrazia στα ελληνικά - κακοτυχία, δυστυχία, ατύχημα, ατυχία, ατυχίας, την ατυχία
  • predestinare στα ελληνικά - προορίζω, προορίζουν, προκαθορίζω
Τυχαίες λέξεις
Vuoto στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαθουλωμένος, κούφιος, υπόκωφος, άγραφος, κενός, άγραφτος, λευκός, κοίλος, κενό, άδειος, άδειο, κενή, κενών, κενές