Κούφιος στα ιταλικά

Μετάφραση: κούφιος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
depressione, vano, incavato, vuoto, cavo, cavità, cava, incavo
Κούφιος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κούφιος

κούφιος συνώνυμα, κούφιος λεξικό γλώσσας ιταλικά, κούφιος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κούτελο στα ιταλικά - fronte, sulla fronte, la fronte, della fronte
  • κούτσουρο στα ιταλικά - tronco, ceppo, moncone, ceppo di, stump, moncherino
  • κράζω στα ιταλικά - ciarlatano, stridio, Screech, di Screech, stridore, stridere
  • κράμα στα ιταλικά - lega, lega di, in lega, della lega, in lega di
Τυχαίες λέξεις
Κούφιος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: depressione, vano, incavato, vuoto, cavo, cavità, cava, incavo