Breme στα ελληνικά
Μετάφραση: breme, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεσμίδα, τσουβαλιάζω, μάτσο, σωριάζω, βάρος, φορτίο, επιβάρυνση, επιβάρυνσης, βάρους
Μεταφράσεις
- brdski στα ελληνικά - λοφώδης, όρος, βουνό, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ορεινό
- brdskog στα ελληνικά - λοφώδης, βουνό, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ορεινό
- bremenit στα ελληνικά - κατάφορτος, αγχωμένος, έγκυος, έγκυες, εγκύων, εγκύους, εγκύου
- bremenita στα ελληνικά - έγκυος, έγκυες, εγκύων, εγκύους, εγκύου
Τυχαίες λέξεις
Breme στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεσμίδα, τσουβαλιάζω, μάτσο, σωριάζω, βάρος, φορτίο, επιβάρυνση, επιβάρυνσης, βάρους
Μεταφράσεις: δεσμίδα, τσουβαλιάζω, μάτσο, σωριάζω, βάρος, φορτίο, επιβάρυνση, επιβάρυνσης, βάρους