Gorljiv στα ελληνικά

Μετάφραση: gorljiv, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οξυδερκής, ενδιαφερόμενος, έντονος, έντονο, πρόθυμοι, επιθυμεί, έντονη
Gorljiv στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gorjeti στα ελληνικά - λάμψη, πυρακτώνομαι, φεγγοβολώ, φλόγες, καίω, έγκαυμα, κάψει, ...
  • gorko στα ελληνικά - δριμύς, πικρός, στο διαιτητή, διαιτητή
  • gornjega στα ελληνικά - άνω, ανώτερος, πάνω, επάνω, ανώτερο
  • gornji στα ελληνικά - άνω, κορυφή, πάνω, επάνω, κορυφαία, top
Τυχαίες λέξεις
Gorljiv στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οξυδερκής, ενδιαφερόμενος, έντονος, έντονο, πρόθυμοι, επιθυμεί, έντονη