Imati στα ελληνικά

Μετάφραση: imati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έχω, έχε, έχουν, έχει, πρέπει, έχετε
Imati στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • imanje στα ελληνικά - κατοχή, περιοχή, κτήση, αρμοδιότητα, ουσία, αγαθά, περιουσία, ...
  • imatelj στα ελληνικά - θήκη, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
  • imbecil στα ελληνικά - βλαξ, ηλίθιος, βλάκα, ανόητος, ανόητο
  • ime στα ελληνικά - ονομασία, όνομα, τίτλος, ονομάζω, επωνυμία, ονόματος, όνομά, ...
Τυχαίες λέξεις
Imati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έχω, έχε, έχουν, έχει, πρέπει, έχετε