Istrošen στα ελληνικά

Μετάφραση: istrošen, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαρχαιωμένος, χρησιμοποιημένο, το χρησιμοποιημένο
Istrošen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • istrgnuti στα ελληνικά - κλειδί, γαλλικό κλειδί, κλειδιού, το κλειδί, κλειδί για
  • istrijebiti στα ελληνικά - καταστρέφω, εκμηδενίζω, εξαφανίσουν, ξεκλήρισμα, σκουπίσει έξω, εξαλείψει, εξαφανίσει
  • istrošenost στα ελληνικά - φορώ, φθορά, φορούν, φοράτε, φορέσει, να φορούν
  • istrošiti στα ελληνικά - εξάτμιση, φεύγω, φορέσει μακριά, φορούν μακριά, τρίβεται, φθαρούν
Τυχαίες λέξεις
Istrošen στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαρχαιωμένος, χρησιμοποιημένο, το χρησιμοποιημένο